Ο Κώστας Καρυωτάκης ολοκληρώνει επιτυχώς τις πτυχιακές του εξετάσεις στη Νομική και χωρίς υποχρεώσεις πλέον στο πανεπιστήμιο αποφασίζει να επισκεφθεί τους γονείς του στη Θεσσαλονίκη. Δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα Νομικά, αντιθέτως αρχίζει να δημοσιεύει σποραδικά κάποια ποιήματα ιδίως στον «Έσπερο» Σύρου. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του, ο φίλος του Χαρίλαος Σακελλαριάδης, ο εν συνεχεία πρώτος βιογράφος και σχολιαστής του έργου του, αναλαμβάνει να συνδράμει σε οτιδήποτε θα μπορούσε να χρειασθεί. Φτάνοντας στο σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης μια δυσάρεστη έκπληξη περιμένει τον Κώστα. Τον συλλαμβάνει ως ανυπότακτο η «Καταδίωξη», ένα μικτό όργανο που αποτελούνταν από την τότε Στρατονομία, τη Χωροφυλακή αλλά και άνδρες της Κρητικής Χωροφυλακής, ένα σώμα αφοσιωμένο κι έμπιστο στον Βενιζέλο, που είχε πάρει μαζί του όταν σχημάτισε το 1916 την Επαναστατική Κυβέρνηση Θεσσαλονίκης.